απελατίκι

απελατίκι
το (Μ ἀπελατίκιν) [απελάτης]
ρόπαλο σιδερένιο, όπλο των απελατών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • απελατίκι — το σιδερένιο αγκαθωτό ρόπαλο, το κύριο όπλο των απελατών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • απελάτης — Στη βυζαντινή εποχήα. ονομαζόταν ο ζωοκλέφτης, ο τυχοδιώκτης και ο ληστής στις ακριτικές περιοχές του βυζαντινού κράτους. Άλλες εκδοχές τον παρουσιάζουν ως κάτι ανάλογο με τον κλέφτη κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας ή τον ληστοϊππότη της Δύσης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”